Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Oμιλία κατά τη συζήτηση του Νομοσχεδίου για την Ιθαγένεια στην Ολομέλεια της Βουλής.


     Σε αυτήν τη χώρα κανένας άνθρωπος δεν περισσεύει
Χαιρετίζουμε από καρδιάς το νομοσχέδιο που δίνει ιθαγένεια στα παιδιά που ζουν στη χώρα μας.
Πρόκειται για ένα ν/σ, που ανεξαρτήτως ιδεολογίας και πολιτικής τοποθέτησης, το ελληνικό κοινοβούλιο πρέπει να ψηφίσει με τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική συναίνεση, καθώς αφορά παιδιά που γεννήθηκαν, σπούδασαν και μεγαλώνουν στην Ελλάδα.
Παιδιά που έχουν την ελληνική παιδεία και κουλτούρα, που στα σχολεία κάνουν παρέα και παίζουν με τα δικά μας παιδιά, που μιλάμε την ίδια γλώσσα και αισθανόμαστε  τον ίδιο τόπο, ως τόπο καταγωγής μας. Πρόκειται για τα παιδιά, που είναι και νιώθουν Έλληνες και εμείς  με αυτόν τον τρόπο τα αντιμετωπίζουμε και θεσμικά, αποδίδοντας τους αυτό που δικαιούνται, την ελληνική ιθαγένεια. 

Παιδιά που έχουν την ελληνική παιδεία και κουλτούρα, που στα σχολεία κάνουν παρέα και παίζουν με τα δικά μας παιδιά, που μιλάμε την ίδια γλώσσα και αισθανόμαστε  τον ίδιο τόπο, ως τόπο καταγωγής μας. Πρόκειται για τα παιδιά, που είναι και νιώθουν Έλληνες και εμείς  με αυτόν τον τρόπο τα αντιμετωπίζουμε και θεσμικά, αποδίδοντας τους αυτό που δικαιούνται, την ελληνική ιθαγένεια.
Στόχος του Υπουργείου ήταν να φτιάξει έναν νόμο που να αντέχει στον χρόνο και να μπορέσει μετά την ψήφιση του να εφαρμοστεί αμέσως, δίνοντας στα παιδιά μας, που αγωνιούν, την ελληνική ιθαγένεια. Και  είναι τιμή για τη δημοκρατία και για ένα κράτος δικαίου, σήμερα  η Βουλή να νομοθετήσει για την κοινωνική αποδοχή, την ένταξη και την απόδοση ίσων δικαιωμάτων στα παιδιά  αυτά, που ενώ πληρούν όλες τις προϋποθέσεις στερούνται ένα τόσο σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας τους.
Ειδικότερα, τα παιδιά δεύτερης γενιάς δεν είναι μετανάστες, καθώς γεννήθηκαν στην χώρα μας  και δεν ήταν δική τους η επιλογή, το που θα γεννηθούν, όπως άλλωστε και κανενός από εμάς. Γεννήθηκαν λοιπόν εδώ και μεγαλώνουν εδώ, όπως τα παιδιά των Ελλήνων και γι’ αυτό το λόγο οφείλουμε να τα εντάξουμε  στην κοινωνία, καθώς  αυτά τα παιδιά εκ των πραγμάτων είναι , αλλά και επιθυμούν να είναι, πολίτες αυτής της χώρας. Το ελληνικό λοιπόν κράτος και το  νομοθετικό σώμα επιλέγει αυτή την χρονική και ιστορική στιγμή να αποδώσει στα παιδιά αυτά την ιθαγένεια, προτάσσοντας και υλοποιώντας βήματα προς την ενότητα του λαού και την κοινωνική συνοχή.
Το νομοσχέδιο περιέχει ρυθμίσεις που προβλέπουν την κτήση της ιθαγένειας προσώπων που είτε είναι ανήλικα, είτε έχουν υπάρξει ανήλικα στην Ελλάδα και συγκεκριμένα α) τα παιδιά, που γεννήθηκαν στην Ελλάδα και ο ένας εκ των δύο γονέων έχει νόμιμη πενταετή παραμονή στην χώρα, έχει κατοχή μόνιμου τίτλου. Οι τίτλοι που ο νόμος ορίζει είναι οι πλέον ενταξιακοί τίτλοι διαμονής που προβλέπει η ελληνική νομοθεσία. Καθώς και να τα έχουν εγγράψει οι γονείς τους στην πρώτη δημοτικού. Έχουμε δηλαδή τόσο τον συνδυασμό της βούλησης διαμονής των γονέων στη χώρα , όσο και της έμπρακτης απόφασης τους να πάρουν τα παιδιά την ελληνική παιδεία.
 β) τα παιδιά που μεγαλώνουν και πάνε στο ελληνικό σχολείο στην Ελλάδα, τη λεγόμενη μιάμιση γενιά, όπου το παιδί ανεξάρτητα πια από τους γονείς του, αποκτά την ελληνική ιθαγένεια ύστερα από τα εννιά χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης ή  έξι χρόνια στο γυμνάσιο και το λύκειο και
γ) τους αποφοίτους ελληνικού ΤΕΙ ή ΑΕΙ, που  κατοικούν στην Ελλάδα.
Επομένως, η νόμιμη παραμονή στη χώρα είτε του γονέα του παιδιού είτε του ίδιου του αιτούντα την ιθαγένεια και η ελληνική εκπαίδευση, αποτελούν τα κυρίαρχα κριτήρια που τεκμηριώνουν  τον γνήσιο δεσμό των ανθρώπων αυτών με την ελληνική κοινωνία.
Δεν υπήρχε κανένα κράτος μέσα στην Ε.Ε. που στην ουσία από το 2011 και οριστικά από το 2013  να μην έχει νόμο που να ρυθμίζει τα ζητήματα της ιθαγένειας των παιδιών και αυτό το νομοθετικό κενό, στο οποίο έπεφταν χιλιάδες παιδιά στην Ελλάδα, δημιουργούσε μια άδικη και άνιση μεταχείριση, με ευθύνη των κομμάτων της προηγούμενης συγκυβέρνησης.
Η απόδοση ιθαγένειας θα άρει ανισότητες και θα λύσει πολλά προβλήματα στο επίπεδο της καθημερινής διαβίωσης των παιδιών αυτών, αλλά και στο επίπεδο της κοινωνικής συνοχής που πρέπει να διασφαλίζεται σ’ ένα κράτος.  Ενδεικτικά θα αναφέρω ότι η ιθαγένεια είναι  εκείνο το μέσο, ώστε να πάψουν τα παιδιά να είναι αόρατα,  τα βοηθάει ώστε να μη νιώθουν το στίγμα του ξένου, να μην νιώθουν πολίτες β’ κατηγορίας. Τα υποστηρίζει ακόμη  στη βελτίωση και στην   ενθάρρυνση  για μια αποτελεσματικότερη ένταξή τους στο ευρύτερο εκπαιδευτικό σύστημα, αντιμετωπίζοντας τα φαινόμενα  της σχολικής αποτυχίας, διαρροής και του αναλφαβητισμού, αλλά  και στη μετέπειτα  ζωή τους , όταν βγουν στην κοινωνία.
Είναι χαρακτηριστικό πως υπάρχουν παιδιά σήμερα, που ενώ πληρούν όλες τις προϋποθέσεις δεν μπορούν ν’ ασκήσουν συγκεκριμένες κατηγορίες επαγγελμάτων, ενώ  οι γονείς επενδύουν επί πολλά χρόνια στις  σπουδές τους και το ελληνικό κράτος προετοιμάζει επιστήμονες τους οποίους στη συνέχεια δεν αξιοποιεί.
Οι παρεμβάσεις των φορέων στην κοινοβουλευτική επιτροπή  ήταν εύστοχες και συχνά συγκινητικές, καθώς είχαμε τη χαρά να δούμε εκπροσώπους διάφορων  μεταναστευτικών οργανώσεων και κοινοτήτων και να ακούσουμε στις αίθουσες του κοινοβουλίου τις φωνές των ανθρώπων αυτών με τους οποίους, μιλώντας την ίδια γλώσσα, είχαμε μια κοινή στόχευση- την αναβάθμιση και το βάθεμα της δημοκρατίας και της ισότητας σε αυτήν την χώρα. Και μάλιστα σε μια εποχή, που είναι νωπές οι μνήμες φασιστικών και ρατσιστικών επιθέσεων. Ήταν ανατριχιαστική, τα τελευταία χρόνια,  η έξαρση της βίας και ο σκοταδισμός που σκίασε τη δημοκρατία αυτού του τόπου. Και αυτά προήλθαν τόσο από σκόπιμη αδράνεια στη νομοθετική πρωτοβουλία από την προηγούμενη συγκυβέρνηση, όσο και  από την αναπαραγωγή ενός ξενοφοβικού, ρατσιστικού πολιτικού λόγου. Μιας ρητορικής που στόχο είχε  να υποδείξει εξιλαστήρια θύματα  και αόρατους  εχθρούς, για τον αποπροσανατολισμό της κοινωνίας από τις πραγματικές αιτίες και τους υπαίτιους της εξαθλίωσης της.
Όμως, σήμερα που συζητάμε η σελίδα έχει γυρίσει και βρισκόμαστε στο Κεφάλαιο της Ιστορίας , όπου αυτός ο λαός σήκωσε το κεφάλι ψηλά και τίμησε την παράδοση του, στέλνοντας με το ηχηρό του ΟΧΙ,  ένα σαφές μήνυμα Δημοκρατίας, Αξιοπρέπειας, Ελευθερίας στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο.
Ο ελληνικός λαός, τη βδομάδα που πέρασε, τρομοκρατήθηκε, απειλήθηκε και εκβιάστηκε, τη στιγμή που έπρεπε να εκφραστεί ανεπηρέαστος στο δημοψήφισμα, που συνιστά ένα από τα σημαντικότερα μέσα άσκησης της Δημοκρατίας.
 Τα κόμματα της αντιπολίτευσης στο εσωτερικό, σε αγαστή συνεργασία με τα ιδιωτικά κανάλια, καθώς και οι εκπρόσωποι των θεσμών στο εξωτερικό, με συνεχείς παρεμβάσεις, που προσβάλουν τη δημοκρατία και την ανεξαρτησία του κράτους μας, εξαπέλυσαν έναν απίστευτο πόλεμο παραπληροφόρησης και τρομοκρατίας.
‘Όμως ο λαός, πηγαίνοντας πολλά βήματα μπροστά από κάθε πρόβλεψη, εναντιώθηκε με περηφάνια σε όσους προσπάθησαν να μας κρατήσουν το κεφάλι σκυφτό και υπερασπίστηκε γενναία, κόντρα σε όλες τις απειλές,  τη Δημοκρατία σε αυτόν τον τόπο.
Σε αυτή την χώρα, που το φως της Δημοκρατίας διέλυσε το σκοτάδι των τελευταίων ετών, κανείς άνθρωπος δεν περισσεύει. Αυτή η χώρα, σήμερα,  ανοίγει τις πόρτες στα παιδιά της, για ένα αύριο γεμάτο ελπίδα.