Ομιλία του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή για την ασφάλεια των πολιτών.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές,
θα ήθελα να ξεκινήσω την τοποθέτησή μου καταθέτοντας στο Σώμα μια βασική μου απορία, για ποιον λόγο η Αξιωματική Αντιπολίτευση και ο Αρχηγός της ζητούν να διεξαχθεί η προ Ημερησίας Διάταξης συζήτηση στη Βουλή για την ασφάλεια.
Είναι η πρώτη συζήτηση που το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, ως Αντιπολίτευση έναν και πλέον χρόνο τώρα, ζητά να διεξαχθεί στη Βουλή και βεβαίως, η πρώτη που ζητά ο νέος Αρχηγός του κόμματος. Δεν ζήτησε συζήτηση στη Βουλή για την οικονομία, δεν ζήτησε συζήτηση στη Βουλή για το προσφυγικό, για την ανεργία, για το ασφαλιστικό, για τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, αλλά ζητάνε σήμερα να συζητήσουμε για την ασφάλεια. Δεν υποτιμώ το θέμα, αλλά αναρωτιέμαι.
Η Ευρώπη σήμερα μαστίζεται από τρεις κρίσεις: την οικονομική, την προσφυγική και την κρίση ασφαλείας. Η χώρα μας έχει την ατυχία να είναι στο επίκεντρο δύο εκ των τριών κρίσεων: της οικονομικής και της προσφυγικής. Ταυτόχρονα, όμως, έχει και την ευτυχή συγκυρία, παρά το ότι βρίσκεται περικυκλωμένη από χώρες στον χάρτη που αντιμετωπίζουν οξύτατη κρίση ασφαλείας, όχι μόνο να μην αποτελεί μέρος της κρίσης ασφάλειας στην Ευρώπη, αλλά δεδομένων των συνθηκών στην ευρύτερη περιοχή να αποτελεί και μια όαση ασφάλειας και σταθερότητας σε μια ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή.
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα η Νέα Δημοκρατία επιλέγει να συζητήσουμε στη Βουλή για την ασφάλεια. Και το ερώτημά μου είναι: τι ακριβώς επιδιώκει με αυτή την πρόταση; Ρητορικό ερώτημα θα μου πείτε, γιατί τα κίνητρα είναι σαφή. Άλλωστε, μόνο και μόνο διαβάζοντας την επιστολή του Αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης προς τον Πρόεδρο της Βουλής με το αίτημα διεξαγωγής της σημερινής συζήτησης, μπορεί κάποιος να βγάλει συμπεράσματα.
Δεν προκαλεί καμία έκπληξη ότι σε αυτή σας την επιστολή υιοθετείτε τον ισχυρισμό ότι η ασφάλεια των πολιτών τίθεται εν αμφιβόλω τόσο από τις τρομοκρατικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες όσο και από το προσφυγικό. Αυτός ο ισχυρισμός που συνδέει ευθέως την προσφυγική κρίση με την τρομοκρατία είναι σε εμάς μια γνωστή αφήγηση. Είναι ένα γνωστό επιχείρημα. Λυπάμαι που θα το πω, αλλά είναι η αφήγηση και το επιχείρημα των πιο αντιδραστικών, μισαλλόδοξων ακροδεξιών κομμάτων στην Ευρώπη. Είναι η θέση εκείνων που κλείνουν τα σύνορα και υψώνουν τείχη και προσπαθούν να ενοχοποιήσουν συλλογικά έθνη και λαούς με βάση τη θρησκεία και την καταγωγή τους. Και το κάνουν αυτό τη στιγμή μάλιστα που από πουθενά δεν τεκμηριώνεται με οποιονδήποτε τρόπο η διασύνδεση των προσφυγικών ροών με την τρομοκρατία.
Και η Νέα Δημοκρατία σήμερα, δυστυχώς, όχι μόνο δείχνει να υιοθετεί αυτή την αφήγηση, αλλά θα έλεγα ότι με περισσή ανευθυνότητα επιχειρεί να μεταφέρει αυτή την αφήγηση στην πλάτη της χώρας και μάλιστα σε μια κρίσιμη περίοδο, λίγο πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου όπου όλοι αναμένουν μια νέα εκτίναξη και ένα νέο ρεκόρ τουρισμού για τη χώρα μας, σε μια περίοδο που εκατομμύρια τουρίστες ετοιμάζονται να επισκεφθούν τη χώρα. Γνωρίζοντας ότι η χώρα έχει μια οικονομική κρίση και χρειάζεται αλληλεγγύη και αντιμετωπίζει με αξίες την προσφυγική κρίση, ετοιμάζονται να επισκεφθούν τη χώρα. Και εσείς ζητάτε στο κορυφαίο επίπεδο της Βουλής σώνει και καλά να αποδείξετε ότι υπάρχει και θέμα ασφάλειας, την ίδια στιγμή μάλιστα που ουδείς στην Ευρώπη έχει διανοηθεί όχι να πει, ούτε καν να υπονοήσει ότι υπάρχει θέμα ασφάλειας στην Ελλάδα. Και την ίδια στιγμή μάλιστα που οι υπηρεσίες ασφαλείας των μεγαλύτερων χωρών της Ευρώπης αποστέλλουν ευχαριστήρια προς τις ομόλογές τους ελληνικές αρχές για τη βοήθεια και την αρωγή τους στην αντιμετώπιση του φαινομένου της τρομοκρατίας και στην εξάρθρωση των πυρήνων της στην Ευρώπη.
Ποιος είναι, λοιπόν, ο σκοπός σας και ανοίγετε ξαφνικά θέμα ασφάλειας και μάλιστα συνδεδεμένο με το προσφυγικό; Νομίζω ότι είναι ηλίου φαεινότερο: Σκοπός σας είναι να ψαρέψετε στα θολά νερά ενός ακροδεξιού ακροατηρίου, που συνδιεκδικείτε με το κόμμα της Χρυσής Αυγής. Σκοπός σας είναι να αναδείξετε την ακροδεξιά ατζέντα και να επενδύσετε στον φόβο και στα συντηρητικά αντανακλαστικά ενός τμήματος της κοινωνίας. Ενδεχομένως, στόχος σας είναι να συσπειρώσετε και την ακραία δεξιά πτέρυγα του κόμματός σας, την ώρα που δημιουργούνται εκεί φυγόκεντρες τάσεις και δημιουργούνται νέοι πολιτικοί σχηματισμοί.
Ξέρετε όμως κάτι; Το έργο αυτό το έχουμε ξαναδεί και το έχουμε ξαναδεί πάλι από τη δική σας παράταξη. Δεν έχετε, όμως, αντιληφθεί τη ζημιά που προκαλείτε όταν επιχειρείτε γι’ αυτούς τους λόγους να μετατοπίσετε την πολιτική ατζέντα στο δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος, ζημιά και για τη χώρα αλλά και για την παράταξή σας.
Επιμένετε κοντόφθαλμα να θεωρείτε ότι σε αυτήν την ατζέντα έχετε το προβάδισμα έναντι των άλλων πολιτικών δυνάμεων. Έναντι όμως τίνος, στην πραγματικότητα, επιχειρείτε το προβάδισμα; Διότι, όποτε σηκώσατε την παντιέρα της ακροδεξιάς ρητορείας, για να συσπειρώσετε τα ακροδεξιά ακροατήρια στη μάχη σας πάντοτε απέναντι στην Αριστερά, το μόνο που καταφέρατε ήταν να τροφοδοτήσετε εκλογικά τη Χρυσή Αυγή και όχι τη δική σας παράταξη.
Και για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, θεωρώ ότι είναι κρίμα, ακόμα και για τη δική σας παράταξη. Και για εσάς προσωπικά, που μιλάτε στο όνομα του φιλελευθερισμού, αλλά και για την παράταξη που από την ίδρυσή της δεν είχε καμία σχέση με αυτές τις πρακτικές που ο προκάτοχός μου, κ. Σαμαράς, επιχείρησε, διχάζοντας και ζημιώνοντας τον ελληνικό λαό. Αλλά, απ’ ό,τι καταλαβαίνω, αυτό λίγο σας ενδιαφέρει. Άλλωστε, καλύπτετε πλήρως τα έργα και τις ημέρες του κ. Σαμαρά. Εξάλλου είναι και δικά σας έργα και ημέρες. Υιοθετείτε τώρα και την ξενοφοβική γραμμή. Το θέμα είναι ότι αυτή η γραμμή δεν πάει πολύ μακριά. Μπορεί να φαντάζει χρήσιμη για εσωτερική κατανάλωση, όμως καταντά στο τέλος επικίνδυνη, γιατί δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα κανείς μπορεί να φανταστεί.
Ευτυχώς, όμως, απέναντι στις Κασσάνδρες της καταστροφής και στους ντελάληδες του φόβου, η ελληνική κοινωνία αποδεικνύει ότι έχει ισχυρά αντισώματα. Είναι τα αντισώματα της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς που χαρακτηρίζουν τη στάση του ελληνικού λαού απέναντι στους πρόσφυγες και εν γένει απέναντι στην προσφυγική κρίση. Και βεβαίως, στο πλάι των προσπαθειών αυτών και τη στάση του ελληνικού λαού, μια Κυβέρνηση σήμερα σηκώνει το βάρος μιας τεράστιας ευθύνης -μιας τεράστιας ευθύνης που είναι δυσανάλογη των δυνάμεων μιας χώρας που αντιμετωπίζει την κρίση μιας ολόκληρης ηπείρου και μιας ολόκληρης περιοχής- και τολμώ να πω ότι σηκώνουμε αυτό το βάρος της ευθύνης με υπομονή και με σύνεση, διότι γνωρίζουμε ότι η κατάσταση στην Ευρώπη αλλά και στην περιοχή μας δεν είναι ούτε απλή ούτε εύκολη.
Η Ευρώπη, όπως προείπα, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, αντιμέτωπη με τρεις διαφορετικές κρίσεις στο εσωτερικό της. Και η χώρα μας έχει κληθεί να διαχειριστεί δύο από αυτές στο εσωτερικό της -την οικονομική και την προσφυγική- και ο αγώνας μας, η προσπάθειά μας, ο στόχος μας είναι να μετατρέψουμε, επιτέλους, τη χώρα από μέρος της κρίσης σε μέρος της λύσης, από μέρος του προβλήματος σε μέρος της λύσης.
Η οικονομική κρίση έχει χτυπήσει βαριά τη χώρα και τον ελληνικό λαό –δεν υπάρχει αμφιβολία- εξαιτίας των μοιραίων επιλογών του παλιού πολιτικού συστήματος τόσο πριν την κρίση όσο και κατά τη διάρκειά της, κατά τη διαχείρισή της.
Σήμερα, όμως, κατά γενική ομολογία, η χώρα βρίσκεται ένα βήμα πριν από το κατώφλι της εξόδου από την κρίση. Και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Το επιβεβαιώνουν τα οικονομικά δεδομένα, που δεν μπορεί να δέχονται αμφισβήτηση. Διότι ο καθένας μπορεί να κάνει εκτιμήσεις ή να κάνει κριτική, αλλά στα οικονομικά δεδομένα δεν μπορεί να κάνει κριτική. Και όταν η πραγματικότητα δεν μας επιβεβαιώνει, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.
Φτιάξατε, λοιπόν, έναν χρόνο τώρα, έναν ωραίο μύθο, ότι εσείς είχατε success story, ενώ η διαπραγμάτευση κατέστρεψε την οικονομία. Αύριο, όμως, κύριε Μητσοτάκη, ανακοινώνονται τα επίσημα στοιχεία της Eurostat για την ελληνική οικονομία.
Αν, λοιπόν, -λέω «αν»- τα επίσημα αυτά στοιχεία αποδείξουν ότι εσείς μας αφήσατε άδεια ταμεία, αλλά εμείς, παρά τις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης, καταφέραμε να κρατήσουμε την οικονομία σε υψηλή απόδοση, πολλαπλάσια απόδοση, υπερτριπλάσια των στόχων, τι θα κάνετε;
Θα ζητήσετε μια συγγνώμη για την υποκριτική σας στάση τόσον καιρό ή θα επιμείνετε να ζητάτε και εξεταστική από πάνω, διότι καταστρέψαμε την οικονομία;
Θα συνεχίσετε τον μύθο της καταστροφής ή θα παραδεχτείτε, επιτέλους, ότι τα στοιχεία και τα αποτελέσματα είναι διαφορετικά;
Τον ίδιο μύθο, όμως, της καταστροφής επιχειρείτε να αφηγηθείτε και για την προσφυγική κρίση, τον ίδιο ακριβώς μύθο. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα ανέλαβε φορτίο, πολύ μεγαλύτερο από τις δυνάμεις της. Καταφέραμε, όμως, να ανταπεξέλθουμε.
Πριν από λίγους μήνες είχαμε ροές τριών και τεσσάρων χιλιάδων προσφύγων και μεταναστών ημερησίως στα ελληνικά νησιά και, μάλιστα, είχαμε και κάποιες χώρες στα βόρεια σύνορά μας να κλείνουν τα σύνορα μονομερώς. Αντιλαμβάνεστε σε πόσο κρίσιμες στιγμές βρεθήκαμε.
Διεκδικήσαμε με επιμονή και υπομονή μια ευρωπαϊκή λύση και, μάλιστα, κόντρα στη σφοδρή κριτική, ότι ζητούμε λύση με την Τουρκία, που έχει τη γνωστή στάση. Τολμήσαμε, όμως, να διεκδικήσουμε αυτή τη λύση. Σήμερα οι ροές στα ελληνικά νησιά είναι περίπου πενήντα και εξήντα ημερησίως.
Και, βεβαίως, διαψεύστηκαν όσοι έλεγαν ότι με μαθηματική ακρίβεια τέλος Απρίλη, όταν εδώ θα γιορτάζουμε το ορθόδοξο Πάσχα, η χώρα θα είναι ένας απέραντος καταυλισμός. Και αυτό, γιατί τολμήσαμε και παίξαμε έναν πρωταγωνιστικό ρόλο για εξεύρεση λύσης στο πλαίσιο μιας συμφωνίας ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία, λύση με σεβασμό στις διεθνείς συνθήκες και στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Οι εξελίξεις, λοιπόν, δεν επιβεβαιώνουν -ευτυχώς για τη χώρα και δυστυχώς για εσάς- ούτε τον δεύτερό σας μύθο, ότι η χώρα έγινε ένα απέραντο hot spot, ότι είναι ένα αποτυχημένο κράτος. Γιατί, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε, η κατάσταση βρίσκεται υπό έλεγχο.
Όμως, φαίνεται ότι δεν φτάνουν οι δύο μύθοι. Θέλει και έναν τρίτο η Νέα Δημοκρατία. Ο τρίτος μύθος που επιχειρείτε να αφηγηθείτε σήμερα είναι ότι η χώρα έχει και θέμα ασφάλειας.
Και ξέρετε, εντάξει για τους άλλους δύο. Είναι αναμενόμενο, στο πλαίσιο της γνωστής αντιπαράθεσης σε αυτή τη Βουλή και έξω από αυτή, της γνωστής αντιπαράθεσης στη χώρα, να ακούγονται υπερβολές, αλλά εδώ αυτό είναι επικίνδυνο, ξέρετε. Αποτελεί μια στάση επικίνδυνη και θα έλεγα -δεν τολμώ να το πω συχνά, αλλά θα τολμήσω να το πω τώρα- μια στάση εθνικά ανεύθυνη.
Η χώρα, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, δεν αντιμετωπίζει ζήτημα ασφάλειας, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται μέσα σε μια αποσταθεροποιημένη περιοχή και παρά το γεγονός ότι ζήτημα ασφαλείας αντιμετωπίζουν πολύ σημαντικές χώρες στην καρδιά της Ευρώπης. Όμως, η χώρα δεν αντιμετωπίζει ζήτημα ασφάλειας.
Και δεν έφθασε τυχαία η χώρα στο σημείο να αποτελεί πεδίο σταθερότητας και ασφάλειας σε μία ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή. Για να συμβεί αυτό, υλοποιήθηκε –και συνεχίζει να υλοποιείται- μία συγκεκριμένη στρατηγική, μία ενεργητική, πολυδιάστατη και φιλειρηνική εξωτερική πολιτική, τόσο σε σχέση με τις γειτονικές χώρες αλλά και ευρύτερα.
Η Ελλάδα, ανήκοντας στην πυρήνα της Ευρώπης, επιχειρεί -και παρά τις δυσκολίες που προανέφερα- να ανοιχθεί με σταθερά βήματα στον κόσμο. Προχωρήσαμε με τόλμη στην ενίσχυση της τριμερούς συνεργασίας Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ. Υλοποιήσαμε έναν πολύ σημαντικό σχεδιασμό και ξεκινήσαμε την τριμερή συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο.
Επανεκκινήσαμε τις σχέσεις μας με τη Ρωσία, σχέσεις που είχαν παγώσει όλο το προηγούμενο διάστημα. Και παρά την επίμονη κριτική και τις δυσκολίες στις σχέσεις με τη γείτονα χώρα, βρισκόμαστε σε μία διαδικασία διαλόγου –είναι διαρκής η προσπάθεια διαλόγου- και ενεργητικής διπλωματίας με τη γείτονα Τουρκία. Διότι η κλιμάκωση της έντασης δεν είναι οδηγός για να αντιμετωπίσει κανείς τα κρίσιμα εθνικά προβλήματα και, βεβαίως, ακόμα και τις πολλές φορές προκλητικές αξιώσεις της γείτονος. Επιλέγουμε, όμως, επίμονα την πολιτική της διπλωματίας και του διαλόγου.
Εκκινήσαμε και ενισχύσαμε διμερείς σχέσεις με το Ιράν και αποκαταστήσαμε σχέσεις της Ελλάδας με τις χώρες του κόσμου. Ταυτόχρονα που οικοδομούμε μία σχέση στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ, εδώ στη Βουλή των Ελλήνων αναγνωρίστηκε το κράτος της Παλαιστίνης. Ακολουθούμε, λοιπόν, μία στάση αρχών, αξιών και ταυτόχρονα φιλειρηνικής, ενεργητικής διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής που βγάζει τη χώρα από το καβούκι.
Όλες αυτές οι ενέργειες ενισχύουν τη θέση της χώρας μας, σε μία από τις πλέον κρίσιμες περιοχές του πλανήτη, όπου οι προκλήσεις είναι εξαιρετικά μεγάλες. Η Ελλάδα πλέον γίνεται πρωταγωνιστής μίας προσπάθειας που στον πυρήνα της έχει τις αξίες της ειρηνικής συνύπαρξης, της ασφάλειας και της ευημερίας των λαών της περιοχής μας.
Σε συνάρτηση με τα παραπάνω, δεν είναι τυχαίο ότι έρχονται σημάδια της διεθνούς αναγνώρισης, σχετικά με την προσπάθεια της χώρας – και πάνω απ’ όλα, θα έλεγα, την προσπάθεια των Ελλήνων πολιτών – στην αντιμετώπιση της πρωτοφανούς αυτής προσφυγικής κρίσης.
Τους τελευταίους μήνες γινόμαστε δέκτες ενός πρωτοφανούς κύματος αλληλεγγύης προς τη χώρα μας. Παγκόσμιας εμβέλειας διανοητές, καλλιτέχνες, άνθρωποι του πνεύματος και της πολιτικής δηλώνουν τη στήριξή τους στις προσπάθειες της χώρας μας και του λαού μας: από τον Πρόεδρο Ομπάμα, μέχρι τον Πάπα Φραγκίσκο, που μας επιφύλαξε την ύψιστη τιμή με την επίσκεψή του στη Λέσβο και του οφείλουμε την ευγνωμοσύνη μας, διότι ανέδειξε τη χώρα διεθνώς. Η χώρα μας, η Ελλάδα, η λέξη «Ελλάδα» στη συνείδηση των πολιτών του κόσμου γίνεται έννοια ταυτόσημη της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς.
Κι αναρωτιέμαι: Είναι ή δεν είναι λόγος υπερηφάνειας για κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα όλα όσα συνέβησαν την προηγούμενη εβδομάδα;
Οι συγκινητικές εικόνες μεταδόθηκαν σε όλον τον κόσμο. Όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης διέκοψαν για να δείξουν αυτές τις συγκινητικές εικόνες από την επίσκεψη των τριών θρησκευτικών ηγετών στη Λέσβο, στη Μόρια.
Και δεν είναι μόνο παγκόσμιας εμβέλειας γεγονός ότι οι επικεφαλής ηγέτες του χριστιανισμού συναντιούνται στην Ελλάδα, αλλά συναντιούνται ακριβώς στο σημείο εκείνο που τέμνει σήμερα την Ευρώπη, ανάμεσα σε αυτό που θα έλεγε κανείς ουμανισμό, ανθρωπισμό και -με την ευρεία έννοια- προοδευτική και φιλελεύθερη σκέψη και απέναντι στον μαύρο σκοταδισμό, στην κυρίαρχη αντίληψη, την πιο αντιδραστική αντίληψη, στο όνομα, μάλιστα, της χριστιανικής Ευρώπης. Συναντήθηκαν εδώ οι θρησκευτικοί ηγέτες να πουν ότι δεν είναι χριστιανική Ευρώπη αυτή που υψώνει τείχη και φράχτες, η ξενοφοβική Ευρώπη, αλλά οι αξίες μας, οι αρχές μας είναι ο ανθρωπισμός, είναι η αλληλεγγύη. Ήταν μια κορυφαία έκφραση ενός ιστορικού γεγονότος αυτό που συνέβη την προηγούμενη εβδομάδα.
Κι αναρωτιέμαι: Θα μπορούσε να είχε συμβεί αυτό στη Λέσβο και η χώρα μας να γίνεται συνώνυμο της αλληλεγγύης και της ανθρωπιάς, αν είχαμε ακολουθήσει μια άλλη πολιτική όλο αυτό το διάστημα στο προσφυγικό; Αν είχαμε ακολουθήσει την πολιτική που, εν πάση περιπτώσει, είναι στις δικές σας εξαγγελίες, της σκληρής και της ωμής καταστολής; Περιποιεί, λοιπόν, ή όχι τιμή για τη χώρα η αναγνώριση του πρωταγωνιστικού της ρόλου στην αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος, πάντα με σεβασμό στη διεθνή νομιμότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα; Φαίνεται πως κάποιοι δεν απαντούν το προφανές.
Ξέρετε, επιχείρησα πριν να αναρωτηθώ ποια θα ήταν η εικόνα της χώρας αν η προσφυγική κρίση αντιμετωπιζόταν με τον τρόπο που αντιμετώπιζε τα ζητήματα αυτά η κυβέρνηση του κ. Σαμαρά. Αν δεν υπήρχε, δηλαδή, στη χώρα πολιτική αλλαγή. Η εικόνα θα ήταν, από την πρώτη στιγμή, για τους πρόσφυγες που θα ήθελαν να περάσουν στην Ευρώπη, τα κλειστά κέντρα κράτησης για όλους. Και επειδή ο αριθμός θα ήταν τεράστιος, θα είχατε γεμίσει όλη τη χώρα κλειστά κέντρα κράτησης. Θα ήταν η πολιτική των επαναπροωθήσεων στη θάλασσα, με αποτελέσματα σαν αυτά της τραγωδίας στο Φαρμακονήσι, επί υπουργίας του κ. Δένδια. Μάλιστα, τότε θυμάστε που κάποιοι στην Ευρώπη μας ρωτούσαν επίμονα «γιατί δεν προστατεύετε τα σύνορά σας;» και τους λέγαμε «να κάνουμε τι;». Δηλαδή, να απωθούμε βάρκες με ανυπεράσπιστους ανθρώπους -πενήντα και εξήντα- οι οποίοι διεκδικούν μια καλύτερη ζωή.
Ποια θα ήταν η εικόνα της χώρας, αν η πολιτική της Κυβέρνησης, στην πρωτοφανή αυτή προσφυγική κρίση, ήταν τα πογκρόμ και οι επιχειρήσεις-«σκούπα» στις πόλεις; Ή για να μην ξεχνάμε το παρελθόν και νομίζουμε ότι μόνο τώρα έχουμε πρόβλημα, η εικόνα των στοιβαγμένων ψυχών στην Πάτρα και την Ηγουμενίτσα, τότε που δεν έδειχνε κανείς ενδιαφέρον γι’ αυτούς τους ανθρώπους.
Κάποιοι, όμως, φαίνεται αυτά να τα ξεχνούν και να παπαγαλίζουν την γνωστή καραμέλα της καταστροφής, της διαλυμένης χώρας, της κατεστραμμένης χώρας. Και μάλιστα, τώρα που η Ελλάδα είναι ένα διεθνές υπόδειγμα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης, για εσάς είναι μια διαλυμένη χώρα. Όταν στις μέρες σας χάναμε το μέτρημα από τις καταγγελίες διεθνών οργανισμών, του ΟΗΕ συμπεριλαμβανομένου. Αλλά τότε, βέβαια, ζούσαμε στιγμές success story.
Θα ήθελα να θυμίσω στο Σώμα και τι δεν έχετε πει όλους τους τελευταίους μήνες για το προσφυγικό: Ότι έρχεται νέο Grexit και θα βγει η χώρα από το Σένγκεν, ότι η Ελλάδα γίνεται ο φτωχός συγγενής της Ευρώπης στο προσφυγικό και, μάλιστα, όταν παίξαμε τον πιο πρωταγωνιστικό ρόλο στην ανάληψη πρωτοβουλιών για την εξεύρεση ευρωπαϊκής λύσης ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Τουρκία, ότι έχουμε χάσει τον έλεγχο της κατάστασης με τις προσφυγικές ροές, ενώ η συμφωνία έχει φέρει δραστικά αποτελέσματα και ελέγχουμε απολύτως την κατάσταση και τη ροή εισόδου στην ελληνική επικράτεια, ότι θα μας παρακάμπτει η Ευρωπαϊκή Ένωση, γιατί είμαστε αναξιόπιστο κράτος, και θα δίνει τα προβλεπόμενα κονδύλια μόνο στις ΜΚΟ και χωρίς συνεννόηση με την Ελλάδα.
Αντιθέτως, έχουμε λάβει ήδη 181 εκατομμύρια απευθείας και χθες σε συνέντευξη που έδωσε ο αρμόδιος Επίτροπος, ο κ. Στυλιανίδης, τα 83 εκατομμύρια που εγκρίθηκαν για να διατεθούν σε ΜΚΟ, θα διατεθούν με βάση τις προσδιορισμένες από το ελληνικό κράτος ανάγκες, δηλαδή τις ανάγκες για προσλήψεις από τις τοπικές κοινωνίες, για την κίνηση της οικονομίας στις τοπικές κοινωνίες που έχουν πρόβλημα, στη βάση των δικών μας αναγκών. Γιατί, λοιπόν, όλη αυτή η κακόμοιρη κριτική;
Θα μπορούσα να πω ότι είστε κοντόφθαλμοι ή μικρόψυχοι. Δεν είναι, όμως, εκεί το ζήτημα ούτε το ζήτημα είναι να σας πείσω να στηρίξετε κατ’ ελάχιστον έστω αυτήν τη διεθνώς αναγνωρισμένη προσπάθεια της χώρας. Αυτό το οποίο θα επιχειρήσω σήμερα να σας πείσω είναι να δείξετε τουλάχιστον υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στην προσπάθεια που επιχειρείτε να συνδέσετε προσφυγικό και ασφάλεια.
Πριν αναφερθώ εκτενώς σε αυτά, θα ήθελα να αναφερθώ -γιατί θεωρώ πως το έχω υποχρέωση- στους ανθρώπους, που συνέβαλαν για να αντιμετωπιστεί αυτή η προσφυγική κρίση και που κατάφεραν σε αντίξοες και δύσκολες συνθήκες να διατηρήσουν πλήρως την εικόνα μιας ασφαλούς χώρας.
Θέλω απ’ αυτό το Βήμα να ευχαριστήσω θερμά τους άνδρες και τις γυναίκες του Λιμενικού Σώματος, της Ελληνικής Ακτοφυλακής, που κάτω από αντίξοες συνθήκες, έχουν καταφέρει με αυτοθυσία να σώσουν εκατοντάδες χιλιάδες ζωές προσφύγων που ναυάγησαν στα ελληνικά ύδατα και, ταυτόχρονα, έχουν κατορθώσει ένα ισχυρό πλήγμα στα κυκλώματα των δουλεμπόρων, τους οποίους συλλαμβάνουν πλέον και οδηγούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Όμως, θα ήθελα να ευχαριστήσω, επίσης, και τους άνδρες και τις γυναίκες των δυνάμεων της Ελληνικής Αστυνομίας, που επί εικοσιτετράωρου βάσης βρίσκονται στους χώρους όπου διαμένουν πρόσφυγες, έχοντας διακριτική παρουσία αλλά και υψηλό βαθμό ετοιμότητας, γιατί είναι ευθύνη μας να προστατέψουμε τόσο τους κατοίκους των περιοχών αυτών από πιθανές παραβατικές ενέργειες όσο και τις οικογένειες των προσφύγων, που διαμένουν σ’ αυτές τις δομές. Νομίζω ότι αυτό το καταφέρνουμε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και με υψηλό αίσθημα ευθύνης χάρη στη συμβολή των ανθρώπων –ανδρών και γυναικών- της Ελληνικής Αστυνομίας.
Βεβαίως, θέλω να συγχαρώ και τους ανθρώπους του Υπουργείου Άμυνας, του Ελληνικού Στρατού, που έχουν συμβάλει με υπεράνθρωπες προσπάθειες, ώστε να καταφέρουμε -ένα μικρό θαύμα μέσα σε ελάχιστο χρόνο- να ανταποκριθούμε και σήμερα να έχουμε πάνω από σαράντα χιλιάδες θέσεις για πρόσφυγες και μετανάστες και να δίνουμε ημερησίως πάνω από ενενήντα χιλιάδες γεύματα.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, η Ελλάδα, η χώρα που χάρισε στο παγκόσμιο στερέωμα τη Δημοκρατία και τον πολιτισμό, δεν μπορεί παρά να είναι παράδειγμα δημοκρατίας και ελευθερίας. Μια ευνομούμενη δημοκρατική πολιτεία διέπεται από κανόνες και αρχές, αρχές και κανόνες που πηγάζουν από την παραδοχή που ισχύει για κάθε δημοκρατική κοινωνία, την παραδοχή ότι κάθε πολίτης έχει ως κατοχυρωμένο δικαίωμα τη δυνατότητά του να αποφασίζει δίχως επιβολή και επέμβαση από κρατικές ή άλλες αρχές.
Με αυτήν την παραδοχή στον νου μας, οφείλουμε να κάνουμε την οποιαδήποτε συζήτηση σχετικά με την ασφάλεια και την αστυνόμευση. Γιατί η αναζήτηση των βέλτιστων αποφάσεων και πρακτικών σχετικά με την ασφάλεια των πολιτών εδράζονται στο εξής ερώτημα: Πώς μπορεί να εξασφαλιστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και τις απαραίτητες νομικές δικλίδες η διατήρηση της δημόσιας τάξης στα πλαίσια της δημοκρατίας, ταυτόχρονα, όμως, να αποτραπεί η οποιαδήποτε απόπειρα οργάνων της τάξης να μετατραπούν σε όργανα καταπίεσης και επιβολής;
Όπως σε κάθε δημοκρατική κοινωνία έτσι και στη δική μας, η δράση των οργάνων της τάξης οφείλει να ελέγχεται. Για τον λόγο αυτόν υφίσταται ένα πλέγμα νομικών, πολιτισμικών και πολιτικών κανόνων. Αυτοί οι κανόνες είναι που προφυλάσσουν την ίδια τη δημοκρατία από τη διολίσθησή της σε ένα καθεστώς αστυνομικού κράτους, όπου τα όργανα της τάξης είναι παντελώς αυτονομημένα.
Η δημοκρατική διακυβέρνηση απαιτεί από την Αστυνομία δύο βασικά πράγματα: Πρώτον, την αποτελεσματική καταπολέμηση του κοινού εγκλήματος, δηλαδή την εδραίωση του αισθήματος ασφάλειας στους πολίτες. Δεύτερον, τη διασφάλιση της δημόσιας τάξης με ταυτόχρονη αποφυγή της αστυνομικής αυθαιρεσίας, δηλαδή με την ταυτόχρονη διαφύλαξη των δικαιωμάτων.
Επιτρέψτε μου, λοιπόν, να πω ότι ορισμένες από τις βασικές μας διαφορές με την πρότερη κατάσταση που παραλάβαμε, σχετικά με τη δράση της Αστυνομίας, έχουν να κάνουν με το γεγονός ότι υπάρχει μια βασική διαφορά φιλοσοφίας. Και είναι μια βασική διαφορά φιλοσοφίας για χρόνια τώρα ανάμεσα σε αυτό που ονομάζουμε προοδευτική αντίληψη για τον ρόλο του κράτους και τη λειτουργία της δημοκρατίας και συντηρητική αντίληψη.
Θέλω, όμως, πριν κλείσω, να αναφερθώ επιγραμματικά και στην κατάσταση που παραλάβαμε. Διότι πέρα από τη διαφορά αντιλήψεων και τη μάχη των ιδεών -που είναι ευνόητη σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία- νομίζω ότι η προηγούμενη κατάσταση και όσα παραλάβαμε δεν τιμούν την προηγούμενη Κυβέρνηση. Θα αναφερθεί και ο Υπουργός, κ. Τόσκας, αργότερα, αλλά όταν παραλάβαμε το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, διαπιστώσαμε ότι τα μισά οχήματα της Αστυνομίας βρίσκονταν σε ακινησία. Βρήκαμε μια διάσπαρτη και χαώδη δομή, απολύτως δυσλειτουργική και αναποτελεσματική. Ανακαλύψαμε περιπτώσεις εξόφθαλμων ρουσφετολογικών και πελατειακών σχέσεων, ενώ, τέλος, πήραμε στα χέρια μας στοιχεία που έδειξαν ότι η διαδικασία για την τροφοδοσία στα κέντρα κράτησης ήταν είτε νομικά έωλη είτε απολύτως ανύπαρκτη. Και η ηγεσία του Υπουργείου και η Ελληνική Αστυνομία εργάζονται σκληρά για να αντιμετωπίσουν αυτές τις συνθήκες που βρήκαμε από μια διακυβέρνηση που είχε στην προμετωπίδα της, τουλάχιστον στη ρητορική της, την τάξη και την ασφάλεια.
Ας πάμε, όμως, τώρα στο πιο σημαντικό, όχι στο τι παραλάβαμε, αλλά στο τι θέλουμε, τι στοχεύουμε. Τα όργανα της τάξης οφείλουν να δρουν σε μια δημοκρατική πολιτεία με τον πλέον ήπιο και πάντα απολύτως μελετημένο τρόπο. Κάθε αστυνομικός οφείλει να γνωρίζει –με απλά λόγια – ότι υπάρχουν κόκκινες γραμμές στο τι μπορεί να πράξει. Επιπλέον, η Ελληνική Αστυνομία οφείλει να επικεντρώνει τη δράση της – και αυτό είναι το δικό μας δόγμα, ας μου επιτραπεί – πρωτίστως στην αποτροπή και την πρόληψη και όχι στην καταστολή.
Παραλάβαμε μια Αστυνομία, η οποία λειτουργούσε με το αντανακλαστικό της καταστολής, έχοντας μάλιστα και σώματα, τα οποία δεν είχαν καμία ουσιαστική κατεύθυνση πέραν της καταστολής, όπως η Ομάδα Δέλτα. Είναι προφανές ότι αυτές είναι διαφορές –θα έλεγε κανείς- οραματικού, ιδεολογικού χαρακτήρα, σε σχέση με την κατεύθυνση και τις απαντήσεις που δίνει η δεξιά και η αριστερά στα ζητήματα της ασφάλειας. Διαχρονικές διαφορές.
Όμως, νομίζω ότι η Νέα Δημοκρατία, πέρα από την ιδεολογία της, είναι προσκολλημένη και σε ένα τρόπο σκέψης και δράσης της Αστυνομίας που δεν μπορεί να απαντήσει στα σύγχρονα προβλήματα και -θα μου επιτρέψετε να πω- θυμίζει παλαιότερες εποχές.
Πρόσφατα, μάλιστα, μας κατέκριναν γιατί οι αστυνομικοί στην Ειδομένη δεν έλαβαν εντολή να συμπεριφερθούν όπως οι αστυνομικοί της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας απέναντι στους πρόσφυγες, σε ανθρώπους άοπλους και ανυπεράσπιστους.
Και πείτε μου, αλήθεια, με όρους αποτελεσματικότητας πού θα οδηγούσε μία τέτοια συμπεριφορά και μία τέτοια επέμβαση. Ευτυχώς, ο συνδυασμός του ρεαλισμού με τον ανθρωπισμό είναι ο πλέον αποδοτικός και θα συνεχίσει να αποτελεί τη βασική μας στρατηγική.
Όμως και στην καταπολέμηση του εγκλήματος βάλαμε στόχους και πετύχαμε αποτελέσματα με τις συντονισμένες ενέργειες των Υπηρεσιών της Ελληνικής Αστυνομίας. Τα αποτελέσματα έχουν φανεί. Είτε μιλάμε για το λαθρεμπόριο, τη διακίνηση των ναρκωτικών, τον παγκόσμιο τζόγο, είτε για άλλες περιπτώσεις έχουν μπει ήδη οι βάσεις και το επόμενο διάστημα πιστεύω ότι θα δούμε μία πιο ολοκληρωμένη εικόνα της υλοποίησης του σχεδιασμού μας στο κομμάτι της αστυνόμευσης.
Πρώτα και κύρια επιδιώκουμε να σταθεροποιηθεί η εικόνα σχετικά με το προσφυγικό και μεταναστευτικό ζήτημα. Δεύτερον, η Ελληνική Αστυνομία και το αρμόδιο Υπουργείο επεξεργάζονται ήδη σχέδια για τον μεθοδικότερο έλεγχο των πόλεων με στόχο την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της μικρής και μεγάλης εγκληματικότητας. Τρίτον, επιδιώκουμε να υπάρξει ένας διαχωρισμός ανάμεσα στην ήπια και αυστηρή προσέγγιση της αντιμετώπισης κατά περίπτωση, με τον ηπιότερο τρόπο να εφαρμόζεται στην κοινωνική διαμαρτυρία και τον αυστηρότερο τρόπο, τον άτεγκτο τρόπο, στην εγκληματική δραστηριότητα. Και τέλος, θα κινηθούμε για την αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού της Ελληνικής Αστυνομίας, που σε πολλές περιπτώσεις είναι απαρχαιωμένος και σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τις υποδομές του οργανωμένου εγκλήματος.
Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, κλείνω λέγοντας ότι αν η Αξιωματική Αντιπολίτευση ζητώντας τη σημερινή συζήτηση διεκδικεί μία ατέρμονη σκιαμαχία, όπου θα κυριαρχεί ο φόβος και η ανασφάλεια, την ενημερώνω ότι ματαιοπονεί. Δεν πρόκειται να επιτρέψουμε να συκοφαντηθεί η χώρα μας και ο λαός μας, την ώρα που οι πολίτες του κόσμου, τα μάτια της ανθρωπότητας είναι στραμμένα εδώ και πολλές φορές δακρύζουν από συγκίνηση και δέος στην προσπάθεια των Ελλήνων πολιτών να υπερασπιστούν αξίες, όπως η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά.
Και ξέρετε, η ασφάλεια είναι κατοχυρωμένο συνταγματικό δικαίωμα και πρέπει μία συντεταγμένη πολιτεία να δρα με τρόπο ώστε να τη διασφαλίζει για όλους τους πολίτες. Όμως, όπως η ασφάλεια είναι κατοχυρωμένο συνταγματικό δικαίωμα, έτσι πλέον και η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά είναι κατοχυρωμένες αρετές και αξίες που συνάδουν με τον πολιτισμό μας, με την κουλτούρα μας, με τις ιδέες μας, με τις αξίες μας. Αυτές είναι οικουμενικές αρετές και αξίες και είμαστε υπερήφανοι που η παγκόσμια σφαίρα τις αποδίδει στον ελληνικό λαό.