Κυριακή 19 Απριλίου 2015

Ομιλία στη Βουλή για τον εξανθρωπισμό του σωφρονιστικού συστήματος.





Ομιλία της Ελένης Σταματάκη, βουλευτή ΣΥΡΙΖΑ Α΄ Πειραιά και Νήσων, στην ολομέλεια της Βουλής  για τον εξανθρωπισμό του σωφρονιστικού συστήματος.
 Το σημερινό νομοσχέδιο είναι πραγματικά πολύ σημαντικό , όπως βέβαια είναι όλα τα νομοσχέδια που έχουν κατατεθεί μέχρι σήμερα από την κυβέρνηση, αλλά το συγκεκριμένο είναι κομβικής σημασίας γιατί αφορά ανθρώπινες ζωές,  ασθενείς , άτομα με μεγάλη αναπηρία, τοξικο-εξαρτημένους   και ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, όπως οι ανήλικοι, οι μητέρες με μικρά παιδιά και οι αλλοδαποί.


Όσοι/ες έχετε έστω και μια φορά επισκεφτεί κάποια από τις φυλακές της χώρας, θα έχετε και προσωπική εμπειρία και εικόνα της κατάστασης που επικρατεί σήμερα.
Οι συνθήκες είναι τραγικές και συχνά το κλίμα εκρηκτικό. Αυτό το διαπιστώνει κανείς ήδη από την είσοδο της φυλακής. Από τους χώρους αναμονής μέχρι να  φτάσεις να επικοινωνήσεις με τον κρατούμενο συνειδητοποιείς πως λειτουργεί   το σωφρονιστικό σύστημα της χώρας και αντιλαμβάνεσαι πως κάθε άλλο παρά σωφρονιστικό  είναι.
Πολλοί απ τους έγκλειστους είναι ανήλικοι, σοβαρά άρρωστοι, ηλικιωμένοι, γυναίκες με μικρά παιδιά, συχνά στοιβαγμένοι σε κελιά με πολύ άσχημες συνθήκες, που δεν πληρούν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις τόσο για την  υγεία,  όσο και για την αξιοπρέπεια τους. Ειδικότερα, παρατηρούνται απαράδεκτες συνθήκες υγιεινής, κελιά με διπλάσιο αριθμό κρατουμένων απ την προβλεπόμενη χωρητικότητα τους, χώρους προαυλισμού περιορισμένους, υποδομές εκπαίδευσης και ψυχαγωγίας  ανεπαρκείς. Είναι χαρακτηριστική η υπόθεση, όπου το Μονομελές Πλημ/κείο Ηγουμενίτσας το 2012 (απόφαση 682/2012) , αθώωσε τους μετανάστες  που δραπέτευσαν από τα κρατητήρια του ΑΤ Ηγουμενίτσας, λόγω του αίσχους των συνθηκών κράτησης τους, συγκεκριμένα ο Πλημμελειοδίκης Αθ. Τερζούδης φέρεται να απεφάνθη  «Δραπετεύσατε από τον εξευτελισμό γι' αυτό είστε αθώοι».
Δε θα πρέπει να ξεχνά κανείς πως ο κρατούμενος είναι ένας άνθρωπος που εξακολουθεί να έχει δικαιώματα, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται στη φυλακή και ότι οι ανθρώπινες φυλακές δεν  είναι πολυτέλεια, αλλά ο καθρέφτης μια ευνομούμενης, δημοκρατικής και πολιτισμένης κοινωνίας.
Σκοπός της ποινής δεν είναι η εκδίκηση, αλλά ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα και ο παραδειγματισμός των άλλων. Άρα, ο σκοπός της ποινής είναι η πρόληψη υπό δύο έννοιες: γενική πρόληψη του κακού, δηλαδή ν' αποτρέψει πολλούς άλλους από το να θελήσουν ν' αδικήσουν (σωφρονισμός) και ειδική πρόληψη, ν'αποτρέψει, δηλαδή, το συγκεκριμένο άτομο από το να ξανα-εγκληματήσει. Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι οποιαδήποτε κι αν είναι τα  κίνητρα, που ώθησαν το άτομο που διέπραξε το αδίκημα, η ποινή που θα του επιβληθεί είναι αναγκαίο να έχει έναν εξαγνιστικό, καθαρτικό χαρακτήρα, μ' άλλα λόγια να παίξει ένα ρόλο νουθέτησης κι όχι να φορτίζεται με το στοιχείο της εκδίκησης.
Απαντώντας σε κάποια επιχειρήματα που ακούστηκαν είναι άμεση ανάγκη να αλλάξουν  οι όροι και οι συνθήκες κράτησης. Ας μη γελιόμαστε, η έκτιση της ποινής στις φυλακές σήμερα, κάθε άλλο παρά συντελεί στην κοινωνική επανένταξη του ατόμου και στην πρόληψη από την εμφάνιση εκ νέου εγκληματικής δράσης. Αντίθετα, τα φαινόμενα εγκληματικότητας και παραβατικής συμπεριφοράς οξύνονται  εντός και εκτός των συνόρων της φυλακής και έχουμε πολλά πρόσφατα παραδείγματα ν’ ανακαλέσουμε στη μνήμη μας. Άλλωστε, και από οικονομική σκοπιά, το κόστος του εγκλεισμού είναι δυσανάλογα μεγαλύτερο σε σχέση με εναλλακτικά εξω-ιδρυματικά μέτρα, ειδικά για  τους ανήλικους, αλλά και για άλλες περιπτώσεις κρατουμένων, π.χ στις φυλακές τύπου Γ έχουν ξοδευτεί ποσά ιδιαίτερα ψηλά για τη φύλαξη, ενώ η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η αντεγκληματική τους λειτουργία είναι περιορισμένη.
Το σημερινό νομοσχέδιο πέρα από την αποσυμφόρηση των φυλακών, έρχεται ν’ αποκαταστήσει και   να ενισχύσει το κράτος δικαίου, το κράτος που δίνει δεύτερη ευκαιρία, ανοίγοντας και όχι κλείνοντας τους δρόμους της επανένταξης στην κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα έρχεται να σκύψει με ευαισθησία στις  ευπαθείς ομάδες. 
Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει μια σειρά από ρυθμίσεις για τους ανηλίκους με στόχο τον περιορισμό στο ελάχιστο των στερητικών της ελευθερίας ποινών και την ενίσχυση των μέτρων διαπαιδαγώγησης και αρωγής σε όλα τα στάδια της ποινικής διαδικασίας. Όπου κλείνει μια φυλακή ανοίγει ένα σχολείο και το αντίστροφο. Εξάλλου αυτό αποτελεί και συμβατική δέσμευση της χώρας αφού έχει επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΦΕΚ 192/2.12.92), όπου  από το άρθρο 40  προκύπτει ότι η κράτηση είναι το έσχατο μέσο. 
  Τις δομές και τους τρόπους που θα εντάξει τους νέους πρέπει ν’ αναζητά η πολιτεία με μεγάλη φροντίδα και επιμέλεια. Στόχος είναι η πρόληψη και η νουθεσία  και όχι η εκδίκηση. Με το νομοσχέδιο αυτό διασφαλίζονται συνθήκες  κράτησης που κατοχυρώνουν το σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, ενισχύοντας παράλληλα τον αυτοσεβασμό και την ανάπτυξη του αισθήματος ευθύνης των ανήλικων κρατουμένων με την παροχή σ’ αυτούς ευκαιριών εκπαίδευσης, επαγγελματικής κατάρτισης, δημιουργικής ψυχαγωγίας, προβληματισμού, αυτοκριτικής και αυτογνωσίας. Αυτό που πρέπει να κάνει η  πολιτεία είναι να καθοδηγεί και να υποβοήθα  τους  ανήλικους κρατουμένους  για ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή τους. Τα αποτελέσματα  και τα οφέλη αυτής της διαχείρισης είναι πολλά, καθώς  μειώνονται  οι πιθανότητες   υποτροπών μέσα από την  ψυχολογική, προσωπική και κοινωνική υποστήριξή τους,   καθίσταται περισσότερο εφικτή η   ομαλή επανένταξή τους στην κοινωνία και μέσω της γρήγορης επανένταξης προλαμβάνεται η εγκληματικότητα προς όφελος όλου του κοινωνικού συνόλου. 
Ένα δεύτερο πολύ σημαντικό που φέρνει αυτό το νομοσχέδιο είναι  η κατάργηση των «καταστημάτων κράτησης Γ’ τύπου», καθώς το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο ήταν επαρκές, ενώ αντίθετα η δημιουργία αυτού του τύπου φυλακών δημιούργησε, αντί να λύσει προβλήματα. Και αυτό γιατί πρόκειται για μια φυλακή μέσα στη φυλακή, με ακόμα σκληρότερους όρους κράτησης, μ’ έναν ακόμα επιπλέον στιγματισμό και με ασαφές και αμφίβολο το πώς στοιχειοθετείται το  κριτήριο της «υψηλής επικινδυνότητας» για τους ανθρώπους που παραπέμπονται εκεί για να εκτίσουν την ποινή τους.  Επίσης, τίθενται σε κίνδυνο η ψυχική, αλλά και η σωματική υγεία των κρατούμενων σε αυτού του τύπου τις φυλακές, καθώς η απομόνωση από την μία και η ανεπάρκεια από την άλλη, των δομών υγειονομικής περίθαλψης δημιουργούν σοβαρά προβλήματα, που ως κυβέρνηση αρνούμαστε, σε σχέση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις, να παραβλέψουμε. 
Ο νόμος που ιδρύει αυτές τις φυλακές πάσχει από αντισυνταγματικότητα και παρεκκλίνει  από το κράτος δικαίου, καθώς προσβάλλει το τεκμήριο της αθωότητας, αφού στις φυλακές αυτές εισάγονται τόσο οι υπόδικοι όσο και οι καταδικασμένοι, αντιμετωπίζει διαφορετικά σε πολλά θέματα τους φυλακισμένους για θέματα τρομοκρατίας, όπως για παράδειγμα στο θέμα της χορήγησης αδειών, γεγονός που αντίκειται στην αρχή της ίσης μεταχείρισης, αλλά και εισάγει το  «διττό σύστημα  ποινών», δηλαδή από τη μια,  την ποινή που θα εκτίσει ο κρατούμενος και από την άλλη τον εγκλεισμό στις φυλακές τύπου Γ, την οποία δεύτερη ποινή δεν τη θέτει το δικαστήριο, αλλά τη βρίσκει μπροστά του.
Το νομοσχέδιο προβλέπει τον ευεργετικό υπολογισμό ημερών ποινής για κρατουμένους που συμμετέχουν σε πρόγραμμα ψυχικής απεξάρτησης από ναρκωτικά με στόχο να υποστηριχθεί η θεραπευτική τους προσπάθεια και να τους δώσει κίνητρα για την ομαλή επανένταξη τους στην κοινωνία. Ο εγκλεισμός δεν θεραπεύει την τοξικοεξάρτηση και το νομοσχέδιο απαντά με πραγματικούς και αποτελεσματικούς όρους στο πρόβλημα. Οι ευρωπαϊκές χώρες, δείχνουν μια αυξημένη τάση επιβολής εναλλακτικών (ανοικτών) μέτρων θεραπείας αντί φυλάκισης. Η Ελλάδα θεωρείται ως μία από τις πιο αυστηρές χώρες όσον αφορά την ποινική αντιμετώπιση της χρήσης και διακίνησης ναρκωτικών. Στη χώρα μας έχει γίνει μία σημαντική έρευνα – αξιολόγηση του θεραπευτικού έργου του ΚΕΘΕΑ με διεθνή επίβλεψη (βλ. Δ. Αγραφιώτη – Ε. Καμπριάνη, Εξαρτήσεις 2002) που έδειξε τα ακόλουθα: 
Από όσους παρέμειναν σε θεραπευτικές κοινότητες για διάστημα άνω του ενός έτους, το 73%, δεν είχε ποινικές εκκρεμότητες για πέντε έτη μετά την είσοδό τους στη θεραπευτική διαδικασία. Αν οι αριθμοί αυτοί συγκριθούν με τα υψηλά ποσοστά υποτροπής όσων αποφυλακίζονται, προκύπτει ότι η προληπτική δυναμική της απεξάρτησης είναι πολύ ισχυρότερη από την αντίστοιχη της φυλακής.
Αυτή η διστακτικότητα του νόμου στη χώρα μας έχει ως αναπόφευκτες συνέπειες την αδυναμία κοινωνικής επανένταξης των εξαρτημένων ατόμων, την εξώθηση στην εγκληματικότητα  και την υπερφόρτωση των φυλακών. Και ακριβώς αυτήν την κατάσταση επιχειρεί να θεραπεύσει το σχέδιο νόμου. Ειδικά όσον αφορά στους ανήλικους,  όπου πραγματικά, ο εγκλεισμός τους για παραβάσεις του νόμου για τα ναρκωτικά είναι εντελώς απρόσφορος. Η ενίσχυση της πρόληψης, αντί της καταστολής, θα πρέπει να κυριαρχήσει εδώ.
  Το νομοσχέδιο ακόμη απαντά στη μεγάλη ανάγκη για τη λήψη πρόσθετων μέτρων επιείκειας για τις ειδικές ομάδες των ασθενών κρατουμένων, που βρίσκονται στα νοσοκομεία των φυλακών, που μόνο νοσοκομεία δεν μπορούμε να τα χαρακτηρίσουμε. Το νοσοκομείο Άγιος Παύλος των φυλακών Κορυδαλλού έχει έρθει και παλιότερα στη δημοσιότητα για τις απάνθρωπες συνθήκες που επικρατούσαν -ελλιπής προαυλισμός, προσχηματικές θεραπείες που πολύ απέχουν από τα δεδομένα ενός πραγματικού νοσοκομείου, έτσι  το επίπεδο περίθαλψης παραμένει χαμηλό. Λόγω της κρίσης τα πράγματα χειροτέρεψαν ακόμη περισσότερο για τους χιλιάδες κρατούμενους που στοιβάζονται στις φυλακές της  χώρας. Εμείς  ως κυβέρνηση δε θα κάνουμε οικονομία  καταδικάζοντας  ασθενείς, ανάπηρους, άπορους και υπερήλικους κρατούμενους σε έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Η έκτιση της ποινής τους με μια βεβαρημένη  κατάσταση υγείας, αν θέλετε,  εξαντλεί και τα όρια της τιμωρίας τους, σε σχέση με τους υπόλοιπους κρατούμενους.
Το νομοσχέδιο,  κατά τη γνώμη μου ακόμη, ανακουφίζει οικονομικά, συναισθηματικά και κοινωνικά την οικογένεια. Μια ολόκληρη οικογένεια, γονείς, παιδιά , σύζυγοι, γίνονται στόχος στιγματισμού και υφίστανται πολύ μεγάλη κοινωνική –οικονομική-ψυχολογική  ασφυξία, απομόνωση  και αποκλεισμό.
Όσον αφορά τους αλλοδαπούς , σήμερα στις φυλακές της χώρας φιλοξενούνται και αλλοδαποί υπό απέλαση . Αυτό σημαίνει ότι οι άνθρωποι αυτοί, ενώ έχουν εκτίσει την ποινή τους παραμένουν έγκλειστοι, χωρίς όμως να καλύπτονται από το σωφρονιστικό κώδικα, δηλαδή χωρίς να έχουν τα δικαιώματα εργασίας, αδειών κλπ. Με το νομοσχέδιο, θεσμοθετείται η υποχρέωση των αρχών να δρουν έγκαιρα, ώστε να προετοιμάζεται η απέλαση  των αλλοδαπών, πέντε μήνες πριν τον χρόνο της υφ’όρον απόλυσης και να μην κρατούνται πέρα από ένα μήνα ή έως τρεις μήνες, κατά περίπτωση. Με αυτόν τον τρόπο διευκολύνεται η ομαλή λειτουργία των φυλακών και η προστασία  των  ανθρώπινων  δικαιωμάτων  των αλλοδαπών. Πρόκειται για ένα άκρως λογικό μέτρο, καθώς τα άτομα αυτά έχουν εκτίσει την ποινή τους και είναι παράλογο να εξακολουθούν να μένουν στη φυλακή, ως φιλοξενούμενοι –κρατούμενοι!
Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ότι ούτε βιαζόμαστε,  ούτε συρόμαστε από πιέσεις, ούτε φωτογραφίζουμε περιπτώσεις με τις διατάξεις του νομοσχεδίου, αντιθέτως πρόκειται για ρυθμίσεις που απαντούν σε μια πραγματικά επείγουσα ανάγκη  εξορθολογισμού της ποινική καταστολής, προτάσσοντας εκείνες τις ρυθμίσεις που αφορούν στη  λειτουργία του  σωφρονιστικού συστήματος,  το οποίο εμφανίζει, ειδικά τα τελευταία χρόνια, σοβαρές παθογένειες. Όσα αντιμετωπίζονται δεν είναι καινούργια, αλλά επεξεργασμένα αιτήματα τόσο από τον πολιτικό χώρο, όσο και από την επιστημονική κοινότητα. Αποτελεί μια πρώτη ολοκληρωμένη προσπάθεια αποσυμφόρησης των σωφρονιστικών καταστημάτων  και το πρώτο σκαλί για την περαιτέρω παρέμβαση στο σύνολο του συστήματος ποινικής καταστολής.